Διακοπές στην Ελλάδα 2010, Μέρος Πρώτο: Back to the Roots

Δρ. Εμμανουήλ Σαρίδης

Απο τις 20. Μαίου μέχρι τις 10. Ιουνίου 2010 ήμουν στην Ελλάδα για διακοπές. Τις οποίες περνάω συνήθως στην ώμορφη Κεραμωτή της Καβάλας, κοντα στην Σταυρούπολη, όπου γεννήθηκα, και στην Ξάνθη, όπου τελειωσα το Γυμνάσιο. Φέτος όμως πήγα πρώτα στη Λάιστα, στα Ζαγόρια, για να γνωρίσω επιτέλους το χωριό του εκ μητρός παππού μου

 

„Wenn einer eine Reise tut, dann kann er was erleben“, λένε εδώ στη Γερμανία, „αν κάποιος κάνει ένα ταξίδι, έχει να δεί ένα σωρό πράμματα“. Έτσι κι’ εγώ θέλω να γραψω εδω όσα καλά και όσα κακά είδα, όσα με ευχαρίστησαν και όσα με στενοχώρησαν, να, όλα αυτά που αισθάνεται ένας Έλληνας της Διασποράς, που ζει πενήντα χρόνια τώρα στην Γερμανία. Και επισκέπτεται την πατρίδα του, τα τελευταία δεκα-δεκαπέντε χρόνια μια και δυό φορές τον χρόνο. Πιο νέος πήγαινα παντού, στην Πορτογαλία, την Ισπανία, την Γιουγκοσλαβία, στην Ανατολική Ευρώπη. Όσο όμως περνάν τα χρόνια, τόσο θέλω να επισκεπτομαι πιο συχνά τον τόπο μου. Συν τοις άλλοις για ν’ αφήσω και κανένα φράγκο στην πατρίδα.

Οι διακοπές αρχίζουν πάντα με την άφιξη του ταξιδιώτη στο αεροδρόμιο, σ’ εμένα είναι το „Μακεδονία“ της  Θεσσαλονίκης, όπου και προσγειώνεται το αεροπλάνο της Air Berlin. Ακόμη κατεβαίνοντας τις σκάλες σε χτυπάει εκείνος ο ζεστός ελληνικός αέρας, ακούς τους πρώτους ελληνικούς ήχους, βλέπεις Έλληνες, αισθάνεσαι Ελλάδα. Και αμέσως μετά έρχεται η ελληνική πραγματικότητα να σου τα κάνει όλα σάλτσα: Ο χώρος που θα παραλάβεις τις αποσκευές σου απο την μεταφορική ταινία, μοιάζει περισσότερο με μια κακοφωτισμένη αποθήκη, παρα με μια αίθουσα υποδοχής ταξιδιωτών: Τα δύο μισοξεσκισμένα πλακάτ που είναι στραβοκολλημένα στίς κολόνες θα γράφουν ασφαλώς κάποιες σημαντικές πληροφορίες, όπως όμως είναι, ούτε τα προσέχει κανείς, ούτε και διαβάζονται αυτά που γράφουν, αν δεν σταθείς μπροστά τους. Οι Έλληνες που εφτασαν με το αεροπλάνο ξαφνικά γίνονται θορυβώδεις, πολλοί καπνίζουν, παρα το ότι μια πινακίδα λέει, ότι το κάπνισμα απαγορεύεται, τα μεγάφωνα με τίς πληροφορίες που δίνονται στην διαπασών. Να, αυτές είναι οι πρώτες εντυπώσεις ενός (ξένου) που επισκέπτεται την Ελλάδα, αυτό που θα μείνει τυπομένο στο μυαλό του και αυτό που θα διηγείται όταν επιστρέψει στην πατρίδα του.

Είναι ακόμη Μάης, όμως τα λίγα φυτα που βλέπεις στους δρόμους πηγαίνοντας με το αυτοκίνητο στην πόλη, είναι σκονισμένα και μοιάζουν μαραμένα, δέντρα στις άκρες σπανίζουν, τα περιπτερα στα πεζοδρόμια έχουν γίνει μικρά σουπερ μάρκετ, δίπλα τους ξύλινα τραπέζια και κασόνια, όπου κάποιος που ήδη πήγε σπίτι του θα πουλούσε κουλούρια, εφημερίδες  ή κάτι άλλο, κάδοι απορριμάτων, αυτοκίνητα παρκαρισμένα σε δύο και τρείς σειρές και δίπλα τους αλλη μια σειρα με αυτά που έχουν ανάψει το φλας, άλλη μια πατέντα ελληνικής κουτοπονηριάς. Και σπίτια, σπίτια, σπίτια, το ένα κολλητο δίπλα στο άλλο, πουθενά ελεύθερος χώρος. Η πολεοδομία στην Ελλάδα έχει γίνει απο την „χρυσή“ εποχή της αντιπαροχής του Κωνσταντίνου Καραμανλή μια άγνωστη λέξη, οι πόλεις είναι λιθοι και πλίνοι και κέραμοι, ατάκτως ερρημένοι. Και για την ακρίβεια τσιμέντο και μπετόν αρμέ.

Δεν θέλω όμως να συνεχίσω με κριτικές, που δεν θα είχαν τελειωμό (μη στενοχωριέστε όμως, θα επανέλθω!), αλλά να γράψω πρώτα για τις εντυπώσεις μου απο το ταξίδι. Πρώτα απο την διαδρομή Θεσσαλονίκη-Καστοριά-Ζαγόρια-Ιωάννινα, με κέντρο βάρους τη Λάιστα στο Ζαγόρι, το χωριό απ’ όπου κατάγεται ο εκ μητρός παπούς μου, που μαζί με λίγο χαλάρωμα απο το καθημερινό στρεςς ήταν και ο κύριος σκοπός του φετεινού μου ταξιδιού στην Ελλάδα. Και μετά απο την διαδρομή Θεσσαλονίκη-Καβάλα-Ξάνθη και Κεραμωτή, εκεί που τα τελευταία χρόνια περνάω τις διακοπές μου. Αυτό όμως, λόγω χώρου, θα γίνει στο επόμενο άρθρο.

Θεσσαλονίκη, Κοζάνη, Νυμφαίο

Στο Ζαγόρι και την Λάιστα μπορείς να πάς άνετα απο την Εγνατία Οδό (1) μέσω Ιωαννίνων, εμείς όμως προτιμήσαμε την διαδρομή Θεσσαλονίκη-Βέροια-Κοζάνη-Πτολεμαίδα-Νυμφαίο-Καστορία και απο κεί μέσω Κόνιτσας  στη Λάιστα. Ο λόγος είναι, ότι θέλαμε προηγουμένως να επισκευθούμε και τον Αρκτούρο στο Νυμφαίο και μετά την Καστοριά με την ωραία λίμνη της.

Το Νυμφαίο, που φτάσαμε σχετικά σύντομα, είναι ένα πολύ ώμορφο χωριό με ανακαινισμένα πολλά σπίτια (κρίμα όμως που για τις σκεπές δεν χρησιμοποιούνται οι παραδοσιακοί σχιστόλιθοι αλλά η λαμαρίνα) και εστιατόρια με παραδοσιακά φαγητά (εμείς φάγαμε νόστιμη τσουκνιδόπιτα). Το καταφύγιο της Αρκούδας, που συντηρεί η μη κυβερνητική οργάνωση Αρκτούρος, βρίσκεται ένα περίπου χιλιόμετρο απο το χωριό (πας με τα πόδια) και είναι μόνο ένα μέρος απο τίς δραστηριότητες της οργάνωσης, γιατί ο Αρκτούρος εκτός απο το καταφύγιο της Καφέ Αρκούδας διατηρεί και ένα καταφύγιο Λύκου, ένα κέντρο αναπαραγωγής και διάδοσης του ελληνικού ποιμενικού σκύλου καθώς και έναν Κτηνιατρικό Σταθμό.

Στο καταφύγιο της Αρκούδας, όπως μας είπαν οι πολύ καλα καταρτισμένοι συνεργάτες της οργάνωσης, έχουν βρει άσυλο πρώην αιχμάλωτες ή ψυχικά τραυματισμένες αρκούδες, όπως ο πενταετής συνονόματος μου Μανώλης που ορφάνεψε, όταν χωρικοί σκοτώσαν τη μάνα του (δείτε τον στην διπλανή φωτογραφία). Οι αρκούδες αυτές έχουν ευνουχισθεί, πρός αποφυγήν απογόνων με προβλήματα και θα περάσουν  την υπόλοιπη ζωή τους σε μια περιφραγμένη έκταση 50 στρεμμάτων μέσα σε φυσικό δάσος οξιάς που αποτελεί και τον τυπικό βιότοπο της αρκούδας. Συγχαρητήρια στους συνεργάτες της οργάνωσης και ιδιαίτερα σ’ αυτούς που εργάζονται οικειοθελώς για την συντήρηση των εγκαταστάσεων. Διερωτώμαι όμως, γιατί η οργάνωση έχει έδρα την Θεσσαλονίκη και όχι το Νυμφαίο; Και γιατί δέχεται χορηγίες απο την αγγλο-εβραίικη τηλεφωνική εταιρία Vodafon, που πρίν απο κάνα-δυό χρόνια κατασκόπευε για λογαριασμό ξένων μυστικών υπηρεσιών τα Υπουργεία και τον τότε πρωθυπουργό Καραμανλή; Πέρνουμε λεφτα ακόμη κι‘ απ‘ αυτούς που κάνουν τόσο κακό στη χώρα μας; (Υπάρχουν και πολλοί άφρονες που δηλώνουν τα κινητά τους σ‘ αυτούς τους απατεώνες). Η επίσκεψη όμως στίς εγκαταστάσεις αξίζει (2).

Καστορια

Από το Νυμφαίο μέχρι την Καστορια το μικρό Hyundai των 1100 κυβικών εκατοστών που νοικιάσαμε δεν παρουσίασε κανένα πρόβλημα (τα προβλήματα θα έρθουν αργότερα, στα Ζαγόρια). Και η επίσκεψη στην Καστοριά και στην περιοχή της με τα κρυμμένα χωριά μέσα στα δάση από έλατα και οξιές του Bίτσι και του Γράμμου είναι αλησμόνητη.

Η Καστοριά με την γουνοποιία της γνώρισε παλαιότερα μεγάλη ανάπτυξη, όπως δείχνουν και τα ωραία αρχοντικά της, μερικά ανακαινισμένα με πολύ μεράκι. Δυστυχώς η πόλη δεν μπόρεσε να κρατήσει τους Ρώσους, που πρίν μερικά χρόνια άρχισαν να την επισκέπτονται, ο λόγος είναι, νομίζω, η ελλειψη υποδομων: Στενοί δρόμοι, εστιατόρια και καφετέριες με δυνατή μουσική, βαβούρα, ελλειψη προγραμματισμού και ψυχαγωγίας (λάθος το ότι νομίζουμε ότι τα μπουζουκια αρέσουν στούς ξένους), έλλειψη ευγενούς συμπεριφοράς κ.α.π. Οι υπάρχουσες υποδομές, όλων των ελληνικών πόλεων, ίσως να καλές για τους ντόπιους, όχι όμως και για τους ξένους. Εκτός αυτού υπάρχει και μια διάχυτη νοοτροπία της αρπακόλας, ένα ελλειμα επαγγελματικού ήθους, η ψυχική διαφθορά που προκάλεσαν απ’ άκρου είς άκρον της Ελλαδος οι παροχές του μεγάλου οικονομολόγου Ανδρέα Παπανδρέου‚ που είχαν σαν αποτέλεσμα να ατονήσει η επιχειρηματικότητα των Καστοριανών, γιατί και κεί, όπως και παντού στην Ελλάδα, επικράτησε η πονηριά, η ρεμούλα και η διαφθορά, ο αγώνας για έναν διορισμό στο κράτος (για να μην δουλεύουμε πλέον) ή για την αναληψη, με κάθε είδους κόλπα, ενός κρατικού έργου, μικρού, μεσαίου ή μεγάλου, το κράτος έγινε ο εργοδότης και η μαμά του Έλληνα, που τον βυζαίνει, παραμένοντας έτσι ένα βρέφος χωρίς προοπτικές ενηλικίωσης.

Τα αποτελέσματα. Στην Καστοριά, όπως μου είπε ο φίλος μου Θέμις περήφανος, κυκλοφορούν πάνω απο είκοσι Porsche Cayenne. Εμ τί νόμισες, πρόοδος να δούν τα μάτια σου! Αν σκεφθείς, ότι οι τιμές ενός τέτοιου αυτοκινήτου ξεκινάνε απο τα 70.000 Ευρώ, διερωτάσαι, πόσες γούνες πρέπει να πουλήσει ένας Καστοριανός για να αγοράσει το αυτοκίνητο των ονείρων του; Ή τι έργο θα πρέπει να αναλάβει απο το κράτος και τί λοβιτούρες θα πρέπει να κάνει μέσω της τελείως διεφθαρμένης τοπικής αυτοδιοίκησης, για να βάλει τα περισσότερα λεφτα του προυπολογισμού στην τσέπη του; Και μετα; Να κάνει το Cayenne τί; Να το περπατάει στα στενά και τίγκα παρκαρισμένα σοκάκια της πόλης ή στον παραλιακό δρόμο, γύρω απο την λίμνη, που τα πεζοδρόμια του στο κέντρο μόλις πλακοστρώθηκαν και ωμόρφηναν καταλήφθηκαν απο τους απέναντι καφετζήδες και έγιναν υπαίθρια καφενεία; Α, κατάλαβα, θα το τρέχει στην Εγνατία Οδό, γιατί προφανώς γι’ αυτό τον λόγο την χρηματοδότησε τοσο γεναιόδωρα η Ευρωπαική Ένωση: Όχι για να μεταφέρονται τα ανύπαρκτα βιομηχανικά προιόντα των πόλεων, απ’ όπου περνάει, αλλά για βόλτες με τα αυτοκίνητα που μας πουλάνε οι Γερμανοί και οι Γάλλοι ή για την μεταφορά των εισαγομένων προιόντων (τρόφιμα, είδη μόδας, ηλεκτρονικά κλπ. κλπ.) που οι συμπατριώτες μας αγοράζουν σαν τρελοί. Ναι, αυτο δείχνει και η κυκλοφορία στην Εγνατία Οδό: Σπανίως να δείς κάποιο όχημα μετα τα Ιωάννινα, θα τα δείς πάλι λίγο πρίν και μετα την Κοζάνη και πριν και μετά την Θεσσαλονίκη.

Η Καστοριά είναι πάντως ώμορφη. Αρκει να κατεβάσεις, αν μπορείς, τον ποιοτικό πήχυ αυτών που βλέπεις στα ελληνικά μέτρα και σταθμά ή τον διακόπτη του μυαλού σου, για να μη σκεφτεσαι όσα στραβά και ανάποδα βλέπεις. Αυτά παθαίνει κανείς, όταν ζει πολλά χρόνια στο εξωτερικό: Να συγκρίνει την πατρίδα του με τις οργανωμένες χώρες που ζει, κάτι που ο Έλληνας, φευ, δεν μπορεί να κάνει, γιατί ξέρει το εξωτερικό το πολύ-πολύ σαν τουρίστας.

Ζαγόρια, Χαράδρα του Βίκου

Παρά τους πολλούς δρόμους που κατασκευάσθηκαν τελευταία στην Βόρεια Ελλάδα, η διαδρομή απο την Καστορία προς τα Ζαγόρια, ιδιαίτερα μετα τον Βίκο και μέχρι τη Λάιστα, δεν είναι καθόλου εύκολη. Οι περισσότεροι δρόμοι είναι ασφαλτοστρωμένοι, όμως μετά την Αρίστη η κατάσταση είναι δραματική: Πολλά τμήματα των δρόμων, που προφανώς κάποιος εργολάβος ανοιξε μ’ ενα γκρέιντερ και έριξε πάνω του λίγη πίσα, έχουν υποχωρήσει, αλλού υπάρχουν επικίνδυνα ρήγματα, που ανα πάσα στιγμή μπορούν να ανοίξουν και να βρεθείς με το αυτοκίνητό σου και τόν μισό δρόμο στο γκρεμό.

Προβλημα και η σχεδόν ανύπαρκτη οδική σήμανση: Σε ολόκληρη την διαδρομή απο την  Καστορια μέχρι την Κόνιτσα και απο κεί μέχρι τη Λάιστα σπανίως θα  συναντήσεις κάποιο σήμα κυκλοφορίας. Έτσι όταν φτάσεις στήν πλατεία ενός χωριού, μπορεί να δείς μέχρι και τέσσερις δρόμους που να οδηγούν κάπου, ποιός όμως πάει στην Κόνιτσα; Ούτε σήμα κυκλοφορίας, ούτε και ψυχή ζωντανή στο χωριό. Πέρνεις έναν δρόμο στην τύχη και ο Θεός βοηθός, πολλές φορές χρειάστηκε να επιστρέψω, γιατί ήταν λάθος. Πρόβλημα, χαρακτηριστικό για την Ελλάδα των Αθηνών, και τα υπάρχοντα τουριστικά ιστολόγια, που οι πληροφορίες τους για την οδική σύνδεση της περιοχής απευθύνονται σε Αθηναίους αλλά όχι σε Θεσσαλονικείς. Γιατί προφανώς θα κατασκευάσθηκαν στην Αθήνα, όπως φαινονται για ένα έμπειρο μάτι, και όχι στην Κόνιτσα, τα Ιωάννινα ή την Καστοριά. Και απο τους 5-6 χάρτες που κατέβασα στην Καστοριά απο το Ιντερνετ, κανένας δεν συμφωνούσε με τον άλλο. Τελικά έφτασα στη Λάιστα ρωτώντας.

Τα ωραία τώρα, αυτά που σε κάνουν νάσαι περήφανος για τον τόπο σου. Ο Εθνικός Δρυμός Βίκου-Αώου, 30 χλμ. βορειοδυτικά των Ιωαννίνων, με τις ψηλές και αγέρωχες κορφές της Τύμφης, και το άγριο και μεγαλοπρεπές Φαράγγι του Βίκου, που κατα το βιβλίο Guinness είναι το βαθύτερο φαράγγι παγκοσμίως (3). Τον Βικο και τα Ζαγόρια πρέπει να τα δεί κάθε Έλληνας, για να νοιώσει περήφανος για το μεγαλείο της χώρας του Οι Άλπεις ωχριούν μπροστά σ’ αυτή σ’ αυτή την άγρια ωμορφιά, που τόσο απλόχερα μας χάρισε η Φύση. Ο παραπόταμος του Αώου, ο Βοϊδομάτης, που τρέχει κάτω στη χαράδρα, είναι το διαυγέστερο ποτάμι της Ελλάδος, ο Δρυμός φιλοξενεί μια μεγάλη ποικιλία σπάνιων ειδών χλωρίδας και πανίδας. Από το χωριό Βραδέτο (θέση Μπελόη) όπως και από τη θέση Οξιά, η θέα προς το φαράγγι είναι πανοραμική. Και επιβλητική. Το βουνό σε κάνει να νοιώθεις μικρός, σε κατεβάζει στα πραγματικά σου μέτρα. Και συγχρόνως σε μεγαλώνει, γιατί είναι Ελλάδα και συ είσαι Έλληνας.

Ζαγόρια λοιπόν, απο το σλαβικό Za Gore, πίσω απ’ τα βουνά, 45 χωριά, μερικά σκαρφαλωμένα σε απρόσιτα μέρη που σε κάνουν να διερωτάσαι όχι γιατί τα έκαναν εκεί, αυτό το ξέρουμε, αλλά για το πως μπορούν και ζουν ακόμη εκεί ανθρωποι, μεσα σ’ αυτή την δύσβατη περιοχή, με τις απότομες χαράδρες, τα πυκνά δάση και τα ατελείωτα βουνά. Αυτή όμως η περιοχή γνώρισε στα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μια μεγάλη ανάπτυξη, ανέπτυξε εμπορικές εμπορικές σχέσεις με την Κωνσταντινούπολη, τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και τη Ρωσία, στα χωριά ιδρύθηκαν σχολεία, κατασκευάστηκαν μύλοι και πετρόχτιστα γεφύρια και μάλιστα ανθισε και μια ιατρική με βάση τα θεραπευτικά βότανα της περιοχής. Όπως κάνει σήμερα ο Βυθούλκας. Μετα το 1860 όμως, με τα νέα εθνικά σύνορα, τα Ζαγόρια αποκόπηκαν απο τις αγορές τους, το κεντρικό κράτος των Αθηνών συγκέντρωσε στην πρωτεύουσα το σύνολο των οικονομικών και πολιτικών δραστηριοτήτων και ο οικονομικός και εμπορικός μαρασμός της περιοχής ήταν ζήτημα χρόνου.

Έμεινε όμως η άγρια ωμορφιά τους, τα δάση που φτάνουν όσο πιάνει το μάτι, τα γάργαρα νερά και ο κρυστάλλινος και καθαρός αέρας. „Είναι τόσο επιβλητική η φύση, τόσο μοναδικά διαφορετική από όποιο άλλο τόπο, που νομίζεις ότι αυτό το κομμάτι γης της Ηπείρου, δημιουργήθηκε απλά & μόνο για να δηλώσει το απόλυτο“, γράφει η Μαρία Φερεντίνου. „Για να δώσει μια άλλη διάσταση στον παράδεισο… πιο άγρια, πιο ατίθαση, πιο ελεύθερη. Γιατί αποπνέει ελευθερία αυτό το δύσβατο κομμάτι γης, που περιβάλλεται από βράχια απότομα, από γκρεμούς & φαράγγια ,αλλά & από δάση ατελείωτα με έλατα, καστανιές, κρανιές!!“ (4). Και συνεχίζει: „Με βασικό υλικό την πέτρα, το ξύλο αρωγό & με απόλυτο σεβασμό στο τοπίο, χτίστηκαν αρχοντικά δίπατα κυρίως, αλλά & γεφύρια θολωτά, που χρίζουν επιστημονικής έρευνας για την στατικότητα, την αισθητική, την χρηστικότητα, αλλά & την ταύτιση με το φυσικό μεγαλείο. Το κακοτράχαλο του τόπου, η έλλειψη πλουτοπαραγωγικών πηγών, ανάγκασε πολλούς να ξενιτευτούν“.

Λάιστα

Ανάμεσά σ’ αυτούς που εγκατέλειψαν την Λάιστα για να βρουν  αλλού μια  καλύτερη τύχη ήταν και ο παπούς μου Μιχαήλ Μπεσίκας, που πηγαίνοντας προφανώς για την Πόλη γνώρισε και παντρέυθηκε στην Σταυρούπολη της Ξάνθης (που τότε λεγόταν Yeniköy, τουρκικά Νεοχώρι) την γιαγιά μου Αικατερίνη Μπόζογλου. Και εγώ, ο εγγονός του, ξεκίνησα απο την μακρυνή Γερμανία να βρώ τα ίχνη του, γιατι όπως λέει και η Μαρία Φερεντίνου „τα Ζαγόρια τα έχουμε μέσα μας, τα κουβαλάμε θησαυρό πολύτιμο. Όσοι έχουμε καταγωγή από την Ήπειρο, έχουμε & κάτι άγριο & κάτι ελεύθερο, όπως & αυτός ο τόπος & καταλαβαίνουμε τις αντιθέσεις που κρύβουν τα χωριά αυτά. Το γυμνό τοπίο, με τα πυκνά δάση. Τα απότομα φαράγγια, με τα διάσελα. Τα άγρια ποτάμια, με τα κελαριστά ρυάκια. Το κρύο της πέτρας, με το ζεστό του ξύλου. Την αγριάδα των προσώπων, με την απίστευτη φιλοξενία. Αντιθέσεις που όλοι κουβαλάμε, αντιθέσεις που ορίζουν το κομμάτι γης που λέγεται Ζαγόρι“.

Αυτή την πατρίδα του Μιχαήλ Μπεσίκα, τη Λάιστα, ηθελα να επισκευθώ. Ακόμη όμως βρισκόμουν μακριά. Καί όταν, μετά την Κόνιτσα και την Κλειδωνιά και αφήνοντας δεξιά το Πάπιγκο, πήρα την κατεύθυνση για την Λάιστα, μ’ έπιασε δέος, όταν με φόντο την χαράδρα του Βίκου στα αριστερά, άρχισα με το μικρό Hyundai να ανεβαίνω τους στενούς οφεοειδείς δρόμος με τις κλειστές στροφές τους, ευχόμενος να μην μου έρθει απο την αντίθετη μεριά κανένα μεγάλο φορτηγο και να μήν ξέρω τι να κάνω, μπρός γκρεμός και δίπλα όχι ρέμμα, αλλά βάραθρο.

Μετα το Βραδέτο, απ’ οπου φαίνεται σε όλο του το μεγαλείο ο όγκος της Γκουβοστίτσας και μπροστά του το Φαράγγι του Βίκου, το Καπέσοβο και το Κουκκούλι ο δρόμος περνάει πάνω απο τον Βοιδομάτη. Και δίπλα στο νέο βλέπεις και το παλιό πετρόχτιστο γεφύρι, που επισκέπτονται πολλοί, κυρίως έλληνες τουρίστες. Δίπλα στο δρόμο βλέπω έναν νέο άνθρωπο να πελεκάει ξύλα, φτιάχνοντας ξύλινες κουτάλες και μάτσα με δαδί. Μύρισα το δαδί και αισθάνθηκα σαν να βρίσκομαι πολλά χρόνια πίσω, παιδί στη Σταυρούπολη, όταν ανάβαμε τη σόμπα με τα ξύλα απο την Χαιντού της Νότιας Ροδόπης με δαδί για προσάναμμα. Και να το πώ και να το ομολογήσω. Μέχρι τώρα θεωρούσα την Χαιντού σαν το ωμορφότερο δάσος της Ελλάδος, τώρα δεν ξέρω ποιό να διαλέξω, τον Δρυμό της Χαιντούς με τον Λειβαδίτη ή τον Δρυμό του Βίκου-Αώου. Γιατί διπλές είναι οι ρίζες μου.

Ο δρόμος Κουκκούλι-Τσεπέλοβο-Σκαμνέλι-Λάιστα δεν είναι καλός, τις καθιζήσεις και γενικά την κατάσταση που βρίσκεται την περιέγραψα παραπάνω. Κρίμα, γιατί οδηγώντας σε τέτοιο δρόμο δεν μπορείς να δείς την καταπληκτική φύση που ξετυλίγεται μπροστα και δίπλα σου. Κάποτε όμως φτάνεις στην Λάιστα, που κάλλιστα θα μπορούσε να ονομαστεί και Land End, τέρμα. 30 άνθρωποι όλοι κι’ όλοι ζουν ακόμη εκει, στην πλατεία η εκκλησία και, απέναντι της, ένα καφενείο-εστιατόριο και συγχρόνως ξενώνας. Και όμως σ’ αυτή τη Λάιστα γίνονταν γιορτή, ήταν του Αγίου Πνεύματος, μουσική και χορός, την προηγούμενη μέρα μάλιστα είχε εμφανιστεί και η Νένα Βενετσιάνου με την ορχήστρα της. Δίπλα στο καφενείο-εστιατόριο ένα μαγαζί με χειροποίητες μαρμελάδες (πήρα μια με κράνα), μπροστα καθισμένος ο παπάς να στηρίζεται σε μια γκλίτσα. Παπάς ή τσομπάνος είσαι; τον ρωτώ. Και τα δύο, λέει, εμείς οι Βλάχοι όπως λάχει.

Η θέα απο την Λάιστα πρός την απέναντι Τύρφη είναι επιβλητική, το βουνο υψώνεται περήφανο και χιονισμένο, τύφλα νάχουν οι Άλπεις (δες και την φωτογραφεία, παρμένη απο την πλατεία του χωριού). Στα λιβάδια βόσκουν αγελάδες και πρόβατα, ακούς κουδούνια, ξυπνάν αναμνήσεις. Την νύχτα χρειάζεσαι μια κουβέρτα ακόμη, κάνει κρύο και το καλοριφέρ είναι χαλασμένο, λέει η κυρία Πιπίκου, η ιδιοκτήτρια. Που την άλλη μέρα για πρωινό θα μας κάνει μια Κασιόπιτα, εμείς εδώ είμαστε Βλάχοι, λέει, ετσι την λέμε. Και αυτό το χωριό, ποιός θα το πιστέψει, έχει και μια δική του εφημερίδα, που την κάνει η Μαρία Μποάλα (βλέπε και panoramio).

Λάιστα, το χωριό πέρα απ’ τα βουνά, μικρό, εγκαταλελειμμένο απο τους κατοίκους του, που εμείς που έχουμε ρίζες απο κεί το αγαπάμε, απο μακριά όμως, τι να κάνουμε, ακόμη και ο τελευταίος Μπεσίκας απ’ το σόι μας το εγκατέλειψε πρίν μερικά χρονια και πήγε στην Θεσσαλονίκη. Γιατί η ζωή στη Λάιστα είναι δύσκολη, πως να ζήσεις με λίγη κτηνοτροφία και φυτεύοντας κάποια ζαρζαβατικά στον μπαχτσέ μπροστά στο σπίτι; Όσοι έμειναν όμως εκεί είναι καλοσυνάτοι, φιλόξενοι, σε δέχονται αμέσως και χωρίς πολλά λόγια.

Αναζωογόνηση της υπαίθρου;

Την φουσκα αυτή την ακούμε κάθε φορά, που κάποιος κοπρίτης πολιτικός θέλει να μας υφαρπάξει την ψήφο μας. Στην πραγματικότητα τίποτε δεν γίνεται, ο κόσμος πάει στην Αθήνα, η επαρχία μαράζωσε πια.

Είναι όμως μια αναγέννηση της περιοχής δυνατή; Βεβαίως, όλα γίνονται, όταν ο ανθρωπος θέλει και το κράτος βοηθά. Όχι βέβαια με την κυβέρνηση του Geoffrey Παπανδρέου, που ασχολείται με σοβαρότερα θέματα, με την παράδοση της Ελλάδος και της Ευρωζώνης στο εβραίικο ΔΝΤ, με ταξίδια στο εξωτερικό, όπου λαμβάνει μέρος στις συνάξεις της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, στην οποία τα εβραίικα αφεντικά του τον κάναν πρόεδρο – για να τούς κάνει, σαν κορόιδο που είναι, τη δουλειά τους – με τους αδαείς και χαζοχαρούμενος υπουργούς του με τα δισάκια και τους τουρβάδες στον ώμο (γιατί είναι βέβαια νέοι και μοντέρνοι), αυτούς που διόρισε στο κομματικό μαγαζί που κληρονόμησε απο τους προπάτορες του. Με κάτι τέτοιους τίποτε δεν πρόκειται ν’ αλλάξει, στον αιώνα τον άπαντα.

Εδώ και χρόνια ανακάλυψαν όλοι αυτοί που κατέστρεψαν την ελληνική βιομηχανία, ότι ο τουρισμός είναι η βιομηχανία της Ελλάδος, και μάλιστα βαρειά βιομηχανία (ποιός σοφίστηκε αυτή την μπαρούφα;). Και ο οποίος χρειάζεται διαφήμηση, για να τρώνε κάποιοι της ίδιας κλίκας. Διαφημίζουν λοιπόν τα νησάκια του Αιγαίου, με πολύ θάλασσα, με την υποχρεωτική εκκλησούλα, με κάποιους νεαρούς που τσαλαβουτάν στη θάλασσα. Καλά είναι αυτά, αν και αμφιβάλλω, αν οι νέοι άνθρωποι στούς οποίους αποτείνονται οι αφίσσες και οι διαφημίσεις είναι η σωστη ομάδα που νομίζουμε ότι θάρθει στην Ελλάδα, οι Τούρκοι, πιο λογικοί, αποτείνονται στις οικογένειες. Και αν κανείς απο τους τουριστολόγους (!!) του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, που λένε ότι σπουδασαν στο εξωτερικό, άκουσε ποτέ την λέξη Diversity, ποικιλία. Πήγαν αυτοί οι ηλίθιοι ποτέ να δούν την Ελλάδα που βρίσκεται πέρα απο την Αθήνα και τους θησαυρούς που κρύβει, την βορεινή και ορεινή Ελλάδα με τους Εθνικούς Δρυμούς, τα φαράγγια, τις λίμνες, τα μέρη που ζούν οι αρκούδες, οι λύκοι και τα αρχαία άλογα, για να τα προβάλλουν σαν προορισμούς εναλλακτικού τουρισμού; Ναι, στον Βίκο μπορεί κάλλιστα να αναπτυχθούν εναλλακτικές μορφές τουρισμού, τουρισμός Survival, επικίνδυνη ορειβασίας, Rafting, canyoning, ορειβασία με ποδήλατο, αλεξίπτωτο κ.α. Μπορεί μερικά απ’ αυτά να υπάρχουν, αλλά δεν γίνονται συστηματικά. Για να αναπτυχθεί σε σοβαρές βάσεις ο τουρισμός και για να μήν μείνουν τα χωριά πίσω απο τα βουνά και πίσω απ‘ τον κόσμο, χρειάζονται τα Ζαγόρια υποδομές (δρόμους, σήμανση δρόμων), σοβαρές οργανώσεις, που θα αναλάβουν την διοργάνωση των ανωτέρω και ανθρώπους που θα ξέρουν το αντικείμενο της δουλειάς τους και δεν διορίσθηκαν απο τον Geoffrey γιατι είναι νέοι και ωραιοί, τέτοια ωμορφια, απ‘ έξω κούκλα και απο μέσα πανούκλα, να μας λείπει.

Απο τους ανίδεους λιμοκοντόρους του Παπανδρέου να μην περιμένουμε τίποτε, χάνουμε τον καιρό μας και η Ελλάδα θα ανήκει σε λίγο και γεωγραφικά στο USrael. Η Ελλάδα χρειάζεται λοιπόν σύντομα μια άλλη κυβερνηση με ικανούς ανθρώπους που ξέρουν τη δουλεία τους και θέλουν να βοηθήσουν τον τόπο και όχι το κόμμα και μέσω αυτού την τζέπη τους. Ή να προβάλλουν την φιλαρέσκειά τους.

Στο επόμενο άρθρο θα συνεχίσω με τις εντυπώσεις μου απο το δεύτερο σκέλος του ταξιδιού μου, την επιστροφή στην Θεσαλονίκη μέσω Ιωαννίνων και απο την Θεσσαλονίκη στην Κεραμωτή. Και τις επισκέψεις μου στην Καβάλα, την Ξάνθη και στο χωριό μου, την ωραία Σταυρούπολη.

Υποσημειώσεις

(1) Η Εγνατία Οδός, το ελληνικό κομμάτι του διευρωπαϊκού άξονα Ε90, είναι ένας σύγχρονος αυτοκινητόδρομος μήκους 670 χλμ. που ξεκινάει από την Ηγουμενίτσα, διασχίζει ολόκληρη τη βόρεια Ελλάδα, και καταλήγει στους Κήπους, στα Ελληνοτουρκικά σύνορα. Έχει 5 κάθετους οδικούς άξονες που την συνδέουν με τα βόρεια σύνορα της χώρας με τις 196 μεγάλες και μικρές διπλές γέφυρες και τις 69 μεγάλες και μικρές δίδυμες σήραγγες θεωρείται ένα αξιόλογο μηχανικό επίτευγμα ακόμη και σε ευρωπαικό επίπεδο (βλέπε και http://www.egnatia.eu/page/)
(2) Για τον Αρκτούρο βλέπε στο http://www.arcturos.gr/gr/
(3) Για τον Εθνικό Δρυμό Βίκου-Αώου και τα Ζαγόρια βλέπε και στο http://www.hotelsline.gr/root/newhotel/mx/m_Ioannina_Vikou-Aoou.asp
(4) Μαρία Φερεντίνου στο
http://www.face-mag.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=72:2010-05-04-15-47-03&catid=36:2010-01-25-16-34-30, 25 Μάρτιος 2010

Δρ. Εμμανουήλ Σαρίδης  23. Juni 2010
Rubrik: Reisen, Tourismus

Schreibe einen Kommentar

Deine E-Mail-Adresse wird nicht veröffentlicht. Erforderliche Felder sind mit * markiert